Levítico 18

6 Ουδεις ανθρωπος θελει πλησιασει εις ουδενα συγγενη αυτου κατα σαρκα, δια να αποκαλυψη την ασχημοσυνην αυτου. Εγω ειμαι ο Κυριος.

7 Ασχημοσυνην πατρος σου, η ασχημοσυνην μητρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι μητηρ σου· δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.

8 Ασχημοσυνην γυναικος του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι ασχημοσυνη του πατρος σου.

9 Ασχημοσυνην αδελφης σου θυγατρος του πατρος σου η θυγατρος της μητρος σου, γεννημενης εν τη οικια η γεννημενης εξω, τουτων την ασχημοσυνην δεν θελεις αποκαλυψει.

10 Ασχημοσυνην θυγατρος του υιου σου η θυγατρος της θυγατρος σου, τουτων την ασχημοσυνην δεν θελεις αποκαλυψει διοτι ιδικη σου ειναι η ασχημοσυνη αυτων.

11 Ασχημοσυνην θυγατρος της γυναικος του πατρος σου, γεννημενης απο του πατρος σου, ητις ειναι αδελφη σου, δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.

12 Ασχημοσυνην αδελφης του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει ειναι στενη συγγενης του πατρος σου.

13 Ασχημοσυνην αδελφης της μητρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· διοτι ειναι στενη συγγενης της μητρος σου.

14 Ασχημοσυνην αδελφου του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· εις την γυναικα αυτου δεν θελεις πλησιασει· ειναι θεια σου.

15 Ασχημοσυνην νυμφης σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι γυνη του υιου σου· δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.

16 Ασχημοσυνην αδελφου σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι η ασχημοσυνη του αδελφου σου.

17 Ασχημοσυνην γυναικος και της θυγατρος αυτης δεν θελεις αποκαλυψει ουδε θελεις λαβει την θυγατερα του υιου αυτης η την θυγατερα της θυγατρος αυτης, δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης· ειναι στεναι συγγενεις αυτης· ειναι ασεβημα.

18 Και γυναικα προς τη αδελφη αυτης αντιζηλον δεν θελεις λαβει, δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης προς τη αλλη, εν οσω ζη.

19 Και εις γυναικα, εν καιρω αποχωρισμου δια την ακαθαρσιαν αυτης δεν θελεις πλησιασει δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης.

20 Και μετα της γυναικος του πλησιον σου δεν θελεις συνουσιασθη, δια να μιανθης μετ' αυτης.

21 Και δεν θελεις αφησει τινα εκ του σπερματος σου να περαση δια του πυρος εις τον Μολοχ και δεν θελεις βεβηλωσει το ονομα του Θεου σου. Εγω ειμαι ο Κυριος.

22 Και μετα αρρενος δεν θελεις συνουσιασθη, ως μετα γυναικος· ειναι βδελυγμα.

23 Ουδε θελεις συνουσιασθη μετ' ουδενος κτηνους, δια να μιανθης μετ' αυτου· ουδε γυνη θελει σταθη εμπροσθεν κτηνους, δια να βατευθη· ειναι μυσαρον.